Απόσπασμα από το έργο του Νίκου Καζαντζάκη: Η ΑΣΚΗΤΙΚΗ
∆εν είμαι καλός, δεν είμαι αγνός, δεν είµαι ήσυχος! Αβάσταχτη είναι η ευτυχία κι η δυστυχία µου, είµαι γιομάτος άναρθρες φωνές και σκοτάδι κυλιούµαι όλο δάκρυα κι αίματα µέσα στη ζεστή τούτη φάτνη της σάρκας µου.
Φοβούμαι να μιλήσω. Στολίζουµαι µε ψεύτικα φτερά, φωνάζω, τραγουδώ, κλαίω, για να συµπνίγω την ανήλεη κραυγή της καρδιάς µου.
∆εν είµαι το φως, είµαι η νύχτα µα µια φλόγα λοχίζει ανάµεσα στα σωθικά µου και µε τρώει. Είµαι η νύχτα που την τρώει το φως.
Με κίντυνο, βαρυγκοµώντας, τρεκλίζοντας μέσα στο σκοτάδι, πασκίζω να τιναχτώ από τον ύπνο, να σταθώ λίγη ώρα, όσο µπορώ, όρθιος.
Μια µικρή ανυπόταχτη πνοή μάχεται µέσα µου απελπισµένα να νικήσει την ευτυχία, την κούραση και το θάνατο.
Γυµνάζω σαν άλογο πολεµικό το σώµα µου, το συντηρώ λιτό, γερό, πρόθυµο. Το σκληραγωγώ και το σπλαχνίζουµαι. Άλλο άλογο δεν έχω.
Συντηρώ το µυαλό µου ακοίμητο, λαγαρό, ανήλεο. Το αμολώ να παλεύει ακατάλυτα και να κατατρώει, φως αυτό, το σκοτάδι της σάρκας. Άλλο αργαστήρι να κάνω το σκοτάδι φως δεν έχω.
Συντηρώ την καρδιά µου φλεγόμενη, γενναία, ανήσυχη. Νιώθω στην καρδιά µου όλες τις ταραχές και τις αντινομίες, τις χαρές και τις πίκρες της ζωής. Μα αγωνίζουµαι να τις υποτάξω σ΄ ένα ρυθμό ανώτερο από το νου, σκληρότερο από την καρδιά µου. Στο ρυθμό του Σύµπαντου που ανηφορίζει.
Η Κραυγή κηρύχνει µέσα µου επιστράτεψη. Φωνάζει: “Εγώ, η Κραυγή, είµαι ο Κύριος ο Θεός σου! ∆εν είµαι καταφύγι. ∆εν είµαι σπίτι κι ελπίδα. ∆εν είµαι Πατέρας, δεν είµαι Γιος, δεν είµαι Πνέµα. Είµαι ο Στρατηγός σου!
“∆εν είσαι δούλος µου µήτε παιχνίδι στις απαλάµες µου. ∆εν είσαι φίλος µου, δεν είσαι παιδί µου. Είσαι ο σύντροφος µου στη µάχη.
“Κράτα γενναία τα στενά που σου µπιστεύτηκα µην τα προδώσεις! Χρέος έχεις και µπορείς στο δικό σου τον τομέα να γίνεις ήρωας.
“Αγάπα τον κίντυνο. Τι είναι το πιο δύσκολο; Αυτό θέλω! Ποιο δρόμο να πάρεις; Τον πιο κακοτράχαλον ανήφορο. Αυτόν παίρνω κι εγώ ακλούθα µου!
“Να µάθεις να υπακούς. Μονάχα όποιος υπακούει σε ανώτερο του ρυθμό είναι λεύτερος.
“Να µάθεις να προστάζεις. Μονάχα όποιος µπορεί να προστάζει είναι αντιπρόσωπος µου απάνω στη γης ετούτη.
“Ν΄ αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ µονάχος µου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω.
“Ν΄ αγαπάς τον καθένα ανάλογα µε τη συνεισφορά του στον αγώνα. Μη ζητάς φίλους να ζητάς συντρόφους!
“Να ΄σαι ανήσυχος, αφχαρίστητος, απροσάρμοστος πάντα. Όταν µια συνήθεια καταντήσει βολική, να τη συντρίβεις. Η μεγαλύτερη αμαρτία είναι η ευχαρίστηση.
“Που πάµε; Θα νικήσουμε ποτέ; Προς τι όλη τούτη η µάχη; Σώπα! Οι πολεμιστές ποτέ δε ρωτούνε!”
Σκύβω κι αφουκράζουµαι την πολεμική τούτη Κραυγή στα σωθικά µου. Αρχίζω και μαντεύω το πρόσωπο του Αρχηγού, ξεκαθαρίζω τη φωνή του, δέχουµαι µε χαρά και µε τρόμο τις σκληρές εντολές του.
Ναι, ναι, δεν είµαι τίποτα. Ένας αχνός φωσφορισμός απάνω στην ογρή πεδιάδα, ένα άθλιο σκουλήκι που σούρνεται κι αγαπάει, φωνάζει και µιλάει για φτερούγες, µια ώρα, δυο ώρες, κι ύστερα το στόµα του φράζει µε χώματα. Άλλη απόκριση οι σκοτεινές δυνάμεις δε δίνουν.
Μα µέσα µου, µια Κραυγή ανώτερη µου φωνάζει αθάνατη. Τι, θέλοντας και µη, είµαι κι εγώ, σίγουρα, ένα κοµµάτι από τ΄ ορατό κι αόρατο Σύµπαντο. Είµαστε ένα. Οι δυνάµες που δουλεύουν εντός µου, οι δυνάµες που µε σπρώχνουν και ζω, οι δυνάµες που µε σπρώχνουν και πεθαίνω είναι, σίγουρα, και δικές του δυνάµες.
∆εν είµαι ένα μετέωρο αρίζωτο στον κόσμο. Είµαι χώμα από το χώµα του και πνοή από την πνοή του.
∆ε φοβούµαι µοναχός, δεν ελπίζω µοναχός, δε φωνάζω µοναχός µου. Μια παράταξη μεγάλη, µια φόρα του Σύµπαντου φοβάται, ελπίζει, φωνάζει μαζί µου.
Είµαι ένα πρόχειρο γιοφύρι, και Κάποιος αποπάνω µου περνάει και γκρεµίζουµαι ξοπίσω του. Ένας Αγωνιστής µε διαπερνάει, τρώει τη σάρκα µου και το µυαλό µου, ν΄ ανοίξει δρόµο, να γλιτώσει από µένα. Όχι εγώ, Αυτός φωνάζει!
Δείτε επίσης:
Η αυθεντικότητα χαρακτηρίζει τον πρίγκιπα
Νίκος Καζαντζάκης: Ένα μονάχα αξίζει.. Το ταξίδι
Θάνατος: Ο φόβος και πώς τον αντιμετωπίζει η φιλοσοφία
Καζαντζάκης και Νίτσε: Η πρώτη επαφή
Η κοσμοθεωρία του Ν. Καζαντζάκη (μέρος Β)