Με μπλε στυλό, στρογγυλά και πλαγιαστά γράμματα, μέσα σε εισαγωγικά, βλέπω στην πρώτη σελίδα του βιβλίου που δανείστηκα μια αφιέρωση. Ανυπόγραφη. Τόσο απρόσωπη όσο προσωπική.
“Όπου το πνεύμα είναι χωρίς φόβο και το κεφάλι κρατιέται ψηλά,
Όπου η γνώσις ελεύθερα αποκτάται,
Όπου ο κόσμος δεν έχει χωριστεί με τοίχους στενής αντιλήψεως,
Όπου τα λόγια πηγάζουν από τα βάθη της αλήθειας,
Όπου η ακούραστη προσπάθεια απλώνει τα χέρια να φτάσει στο τέλειο,
Όπου το διαυγές ρεύμα της σκέψεως δεν έχασε την πορεία του μέσα σε έρημο τόπο, ξερό από συνήθειες νεκρές,
Όπου το πνεύμα χάρις σε Σε οδηγείται σε πιο ευρείς ορίζοντας για να σκεφθεί και για να δράση,
Σε τέτοια ουράνια ελευθερία βοήθησε με, Δάσκαλε, να φτάσει η ψυχή μου.”
Θα φύγουμε από εδώ κάποια στιγμή, όταν θα έρθει ο καιρός μας. Αν είναι κάτι σίγουρο, σ’ αυτό που λέμε ζωή, είναι αυτό. Άλλος θα αφήσει τα κόκαλα του και τίποτα άλλο, άλλος θα αφήσει περιουσίες στους δικούς του, άλλος χρέη, άλλος αναμνήσεις με συναισθήματα και όλα αυτά που αργά ή γρήγορα χάνονται. Χάνονται αυτά που άφησαν, ξεχνιούνται κι αυτοί.
Υπάρχουν και κάποιοι άλλοι, που φεύγουν αλλά δεν λείπουν. Είναι αυτοί που έδωσαν έμπνευση, παράδειγμα, όνειρα, αξίες, βοήθησαν, θυσιάστηκαν για τους δικούς τους. Ποιους δικούς τους; Γι’ αυτούς όλοι οι άνθρωποι δικοί τους είναι. Η δική τους παρακαταθήκη δεν μπαίνει στα πλαίσια μιας ειδικής-κλειστής ομάδας. Αυτοί είναι που εργάζονται για την ανθρωπότητα μέσα από κάθε άνθρωπο. Κι έτσι το έργο δεν σβήνεται, όσες γενιές κι αν σβήσουν μετά από αυτούς.
Αυτοί θα είναι πάντα εδώ για να μας θυμίζουν, για να μας κάνουν να θυμόμαστε, για να είμαστε.
Γιατί μπορούμε να είμαστε κάτι παραπάνω από περαστικοί στη ζωή και στις ζωές των άλλων…