Μια φορά σ’ ένα χωριό οι κάτοικοι είδανε τη συγχωριανή τους, τη Ραμπιά, να ψάχνει κάτι στον δρόμο, δίπλα στο μικρό σπιτάκι της. Η καημένη, ηλικιωμένη γυναίκα… Οι άνθρωποι μαζεύτηκαν γύρω της και ρωτούσαν τι ψάχνει. Εκείνη απάντησε πως έχασε τη βελόνα της.
Όλοι ήθελαν να βοηθήσουν και άρχισαν να ψάχνουν μαζί της. Μετά κάποιος είπε:
– Ραμπιά, ο δρόμος είναι μεγάλος και η βελόνα είναι πολύ μικρή, πλησιάζει η νύχτα, σε λίγο θα σκοτεινιάσει. Μήπως μπορείς να θυμηθείς πού ακριβώς έπεσε η βελόνα;
Η Ραμπιά απάντησε:
– Την έχασα μέσα στο σπίτι.
– Τρελάθηκες, φώναξαν οι άνθρωποι, η βελόνα έπεσε μέσα στο σπίτι και εσύ την ψάχνεις πάνω στο δρόμο;
– Αφού εδώ είναι ακόμα μέρα, ενώ το σπίτι μου είναι σκοτεινό.
Κάποιος, είπε:
– Ακόμη κι αν εδώ έχει φως, πώς μπορείς να βρεις κάτι που χάθηκε αλλού; Το σωστό θα ήταν να φέρουμε φως μέσα στο σπίτι και να ψάξουμε εκεί.
Τότε η Ραμπιά χαμογέλασε και είπε:
– Ναι, πραγματικά είστε αρκετά έξυπνοι, όταν η υπόθεση αφορά ασήμαντα πράγματα.. Όταν όμως αφορά την εσωτερική σας ζωή, εσείς ψάχνετε έξω. Ξέρω ακριβώς, πως εκείνο που ψάχνετε είναι μέσα σας. Γιατί ψάχνετε την ευτυχία και την γαλήνη έξω; Μήπως εκεί τις χάσατε;
Μετά η Ραμπιά έφυγε, αφήνοντας τους ανθρώπους κατάπληκτους.