«Τιμή σ’ εκείνους όπου στη ζωή των ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες»
Κ.Π. Καβάφης
Πηγή: ΝΕΑ ΑΚΡΟΠΟΛΗ – nea-acropoli.gr: Στην αυγή της Αρχαϊκής Εποχής μια νέα δύναμη άρχισε να αναδύεται στον ελλαδικό χώρο: η Σπάρτη. Μια Πόλη-Κράτος που έμελλε να κυριαρχήσει στην ελληνική ιστορία και να περάσει σύντομα στη σφαίρα του μύθου. Χιλιάδες είναι τα συγγράμματα που έχουν γραφεί για εκείνη και μάλλον όχι άδικα. Κι αυτό επειδή στους αιώνες της ακμής της, γέννησε σημαντικούς άνδρες και αξιοπρεπείς γυναίκες, άξιους ηγέτες και ανδρείους πολεμιστές, παραδείγματα ζωής που εξακολουθούν έως σήμερα να εμπνέουν.
Ωστόσο, ας πάρουμε λίγο χρόνο για να αναρωτηθούμε το εξής: ποια είναι η προέλευση αυτών των υψηλών ιδανικών και πώς μπόρεσαν αυτά να διατηρηθούν σε βάθος χρόνου; Η απάντηση ίσως να βρίσκεται στη φιλοσοφία της ίδιας της Πόλης…
Δεν θα αναφερθούμε με λεπτομέρειες στα επιτεύγματα ή στο πολίτευμα της αρχαίας Σπάρτης, καθώς το άρθρο δεν είναι σε καμία περίπτωση πολιτικής ή νομικής φύσης. Αντίθετα πρόκειται για μια προσπάθεια να προσεγγίσουμε φιλοσοφικά την έννοια του Κράτους Δικαίου, μέσα από μια κοινωνία που έχει καθιερώσει τη θέση της στην παγκόσμια ιστορία. Στόχος μας είναι να στοχαστούμε, να προβληματιστούμε και να ανακαλύψουμε την ουσία που κάνει κάποιες αξίες πανανθρώπινες και διαχρονικές.
Η νομοθεσία του Λυκούργου
Όπως παραδίδεται από αρχαίους συγγραφείς, η περίφημη σπαρτιατική νομοθεσία και ιδιαίτερα η Μεγάλη Ρήτρα, αποδίδεται στον Λυκούργο. Αυτός ο μεγάλος νομοθέτης θεωρείται από πολλούς ξεκάθαρα ιστορικό πρόσωπο, που έζησε τον 8ο αιώνα π. X. Άλλοι πάλι πιστεύουν, ότι η ιστορικότητά του μπλέκεται με τον μύθο, καθώς λέγεται ότι καταγόταν από τον Οίκο των Ηρακλειδών, δηλαδή από τον Ηρακλή που ήταν και γενάρχης των Μακεδόνων.
Όπως και να έχει, όλοι συμφωνούν πως ο Λυκούργος υπήρξε μια εξαίρετη φυσιογνωμία, που ταξίδεψε στις τότε γνωστές πολιτισμένες χώρες με σκοπό να συναναστραφεί σοφούς ανθρώπους και να συλλέξει εμπειρίες από τα ήθη και τα έθιμα των λαών. Έχοντας λοιπόν, μυηθεί στα Μυστήρια της Αιγύπτου, της Κρήτης και διαφόρων πολιτισμών της Ασίας, επέστρεψε στη Σπάρτη. Εκεί θέσπισε ένα νομοθετικό σύστημα, το οποίο είχε σαν βάση την αυτοπειθαρχία και την εγκράτεια ως τρόπο άσκησης της ηθικής και της αρετής.
Όπως παραδίδει ο Ξενοφώντας, ο Λυκούργος έθεσε σε εφαρμογή τους νόμους του, αφού πρώτα έπεισε τους πολίτες να πειθαρχήσουν σε αυτούς. Με ποιον τρόπο; Αρχικά τους εξέθεσε τα οφέλη της νομοθεσίας και αφού εκείνοι συμφώνησαν, επισκέφθηκε μαζί με σεβαστούς συμπολίτες του το Μαντείο των Δελφών, για να πάρει την έγκριση του Απόλλωνα, ο οποίος πράγματι χρησμοδότησε υπέρ του.
Ήταν όμως αυστηρή η νομοθεσία αυτή; Ναι. Απαιτούσε παράλληλα μεγάλο ηθικό ύψος από τους πολίτες; Και πάλι η απάντηση είναι ναι. Αυτός είναι ίσως και ο λόγος, που όλοι οι αρχαίοι Έλληνες επαινούσαν τα θεσμικά μέτρα του Λυκούργου, αλλά καμία Πόλη δεν ήθελε να τα μιμηθεί…
Σπάρτη, η πρώτη δημοκρατία;
Συναντάμε αρκετά διαδεδομένη την αντίληψη, ότι μόνο η αρχαία Αθήνα υπήρξε δημοκρατική. Είναι, όμως έτσι; Οι απόψεις διίστανται αρκετά και έχει ενδιαφέρον να εξετάσουμε την περίπτωση να ήταν και η Σπάρτη το ίδιο δημοκρατική.
Σύμφωνα με σύγχρονους ερευνητές, αν μελετήσουμε το πολιτειακό σύστημα της Σπάρτης, θα διαπιστώσουμε ότι υπήρξε η πρώτη ελληνική Πόλη που καθιέρωσε δημοκρατικούς θεσμούς. Κυρίαρχη ήταν η λαϊκή της συνέλευση, η Απέλλα, στην οποία συμμετείχαν όλοι οι πολίτες άνω των 30 ετών και που ενέκρινε ή απέρριπτε προτάσεις. Εκεί λαμβάνονταν σημαντικές αποφάσεις, όχι μόνο για την καθημερινή ζωή αλλά και για θέματα που αφορούσαν την κήρυξη πολέμου ή τη σύναψη ειρήνης.
Ωστόσο αυτό το είδος της δημοκρατίας διέφερε σε δύο σημεία από άλλες που συναντάμε στις υπόλοιπες ελληνικές Πόλεις. Πρώτα απ’ όλα το συλλογικό συμφέρον υπερείχε του προσωπικού. Επρόκειτο για μια νοοτροπία εμποτισμένη στη συνείδηση των Σπαρτιατών, η οποία καθόριζε τις αποφάσεις και τις ψήφους τους. Επίσης, με το ίδιο σκεπτικό, η κήρυξη ή συμμετοχή σε έναν πόλεμο αποτελούσε μια έκτακτη ανάγκη. Τότε οι βασιλείς αποκτούσαν ευρείες αρμοδιότητες, ώστε να ανταπεξέλθει η Πόλη γρήγορα και αποτελεσματικά στις ανάγκες του πολέμου. Έτσι πέρα από τις έκτακτες συνθήκες, συναντάμε μια Πόλη, στην οποία ελαχιστοποιούνταν το χάσμα ανάμεσα σε κυβερνήτες και κυβερνώμενους, μια πραγματικότητα που δεν τη συναντάμε συχνά ούτε καν στη δική μας εποχή.
Ένα Κράτος Δικαίου
Όπως προαναφέραμε, στην αρχαία Σπάρτη προτεραιότητα ήταν το όφελος της Πόλης αλλά και η δικαιοσύνη, όπως αυτή προέκυπτε από τους νόμους, που είχαν θεσπιστεί για την προάσπιση όλων των πολιτών. Γι’ αυτό τον λόγο σύγχρονοι συνταγματολόγοι θεωρούν ότι η Σπάρτη υπήρξε ένα Κράτος Δικαίου.
Για να το κατανοήσουμε αυτό θα πρέπει να σκεφτούμε ότι η έννοια αυτή παίρνει στη Σπάρτη μια διαφορετική μορφή. Έχοντας γαλουχηθεί με βάση το μοντέλο της αρχαίας Αθήνας θεωρούμε ίσως το σπαρτιατικό μοντέλο τυραννικό. Όμως η διαφορά των δύο Πόλεων βρίσκεται στη έννοια της ατομικιστικής αντίληψης. Ενώ στην Αθήνα υπήρχε διαχωρισμός ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία, στη Σπάρτη το Κράτος κάλυπτε όλες τις πτυχές της ζωής, χωρίς να διασπάται σε σχέση με το ιδιωτικό και το δημόσιο.
Επομένως το Κράτος δεν ήταν διαχωρισμένο από τον πολίτη. Το Κράτος ήταν ο πολίτης. Αυτό δε σημαίνει ότι ο πολίτης δεν είχε ατομική αξία. Αντιθέτως το νομοθετικό σύστημα εξασφάλιζε σε όλους ανεξαιρέτως την αξιοπρεπή διαβίωση, τούς έδινε το δικαίωμα συμμετοχής στην Απέλλα και τους ωθούσε να εκπληρώσουν την υπόστασή τους ως άτομα ανδρεία και ενάρετα. Με αυτή την έννοια υπήρχε ταύτιση του ιδιωτικού και δημοσίου Δικαίου, με τον πολίτη να έχει μεν ατομική αξία αλλά να την τοποθετεί στην υπηρεσία της Πόλης ή με άλλα λόγια, στην υπηρεσία των συμπολιτών του. Άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε και τη θέση της γυναίκας στην αρχαία Σπάρτη, η οποία ήταν σαφώς καλύτερη και ανώτερη από εκείνη σε άλλες ελληνικές Πόλεις.
Καθόλη τη διάρκεια της ιστορικής της πορείας η Σπάρτη παρέμεινε πιστή στη νομοθεσία του Λυκούργου και είναι η μόνη ελληνική Πόλη, που διατήρησε απόλυτα σταθερή την πολιτειακή της δομή. Το σύστημα αυτό μοιάζει αυστηρό και δύσκαμπτο, όμως θεωρείται ένα από τα πιο ευέλικτα και ευφυή που έχουν καταγραφεί. Κι αυτό επειδή το Δίκαιο δεν αποτελούσε απλώς εκδήλωση της κρατικής εξουσίας αλλά συνεχώς προσαρμοζόταν στην καθημερινή και ιστορική πραγματικότητα.
Έτσι για να μην αμφισβητηθεί η αυθεντία του Λυκούργου, δεν αναθεωρήθηκε ποτέ επίσημα η νομοθεσία αλλά τροποποιούνταν οι ερμηνείες των ρητρών ανάλογα με τις ανάγκες. Μια άλλη αιτία για αυτή τη νομοτελειακή σταθερότητα μάς δίνει ο Αριστοτέλης, ο οποίος λέει πως με τον συνδυασμό διαφόρων πολιτευμάτων, απέφυγε η Σπάρτη την κυκλική εναλλαγή τους, όπως άλλωστε γινόταν σε άλλες πόλεις.
Κριτικές
Μελετώντας τη νομοθεσία της αρχαίας Σπάρτης, μπορούμε να ανακαλύψουμε πρακτικές που σύμφωνα με τη σημερινή μας ηθική, αδυνατούμε να αποδεχτούμε. Πολλές είναι οι κριτικές που έχουν διατυπωθεί ενάντια σε αυτό το πολίτευμα. Οι περισσότερες αφορούν συνήθως τους είλωτες και τον Καιάδα.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να επικροτήσουμε θεσμούς, που υποβαθμίζουν τον άνθρωπο και που σε αυτές τις περιπτώσεις, περνάει μια δοκιμασία που δικαιούται να προσπαθήσει να ξεπεράσει. Αυτό ισχύει για όλο το σύνολο των κοινωνιών που μελετάμε ή πρόκειται να μελετήσουμε. Ο άνθρωπος δεν ορίζεται τόσο από τις περιστάσεις του αλλά κυρίως από την ιδιότητα που έχει ως Άνθρωπος, με το φυσικό δικαίωμα της εκπλήρωσης του πεπρωμένου του.
Ωστόσο αν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί στις εκτιμήσεις μας, οφείλουμε να εξετάζουμε πάντοτε τα δεδομένα σύμφωνα με τις συνθήκες εκείνης της εποχής και όχι με βάση τη δική μας σημερινή ηθική. Ο θεσμός της δουλείας, αν και απάνθρωπος, αποτελούσε κοινή και αυτονόητη πρακτική σε ολόκληρη την αρχαιότητα. Για παράδειγμα, ήταν γνωστό πως οι αιχμάλωτοι πολέμου γίνονταν δούλοι. Η διαφορά με τις άλλες Πόλεις ήταν ότι στη Σπάρτη οι είλωτες αποτελούσαν δημόσια ιδιοκτησία, πράγμα που βελτίωνε συχνά τη θέση τους, ενώ σε περιόδους πολέμου απελευθερώνονταν οι πιο ανδρείοι για να ταχθούν στο πλευρό των πολεμιστών. Αλλά μήπως και σήμερα δεν υπάρχουν άλλου τύπου δούλοι; Η καθημερινή πραγματικότητα μπορεί να μας δώσει την απάντηση…
Κι όσον αφορά τον Καιάδα, ποιο ανάπηρο παιδί θα μπορούσε άραγε να επιβιώσει ή να ζήσει με αξιοπρέπεια και τιμή σε μια κοινωνία σαν τη σπαρτιατική; Θα είχε άραγε δυνατότητες ανάπτυξης, όταν ακόμη και σήμερα, στην υποτιθέμενη «εξελιγμένη» κοινωνία μας αντιμετωπίζουμε αυτούς τους συνανθρώπους μας με ρατσισμό; Όταν εμείς οι «αναπτυγμένοι» άνθρωποι φοβόμαστε τις λέξεις, δεν τους θεωρούμε ισάξιους και δεν ανοίγουμε την καρδιά μας στις ανάγκες τους;
Πολλοί οι προβληματισμοί και ίσως πριν καταδικάσουμε τον αρχαίο κόσμο, να στρέψουμε πρώτα τη ματιά μας στον εαυτό μας, για να προβληματιστούμε και να προσπαθήσουμε να κάνουμε αυτόν εδώ τον κόσμο καλύτερο. Έτσι κι αλλιώς, αυτό που έχει σημασία δεν είναι να εξαίρουμε μια κοινωνία ή έναν πολιτισμό, αλλά να τον μελετήσουμε εις βάθος και να ανακαλύψουμε τα στοιχεία εκείνα που μπορούν να μας εμπνεύσουν.
Οι διαχρονικές αρετές
Κάθε νομοθετικό σύστημα ιδιαίτερα όταν εφαρμόζεται με ακρίβεια και πιστότητα, διαμορφώνει τους πολίτες και τους ωθεί να αναπτύξουν συγκεκριμένες ιδιότητες. Μια τέτοια περίπτωση είναι και η αρχαία Σπάρτη. Η ηθική, η απλότητα, το μέτρο, η εγκράτεια, η συντροφικότητα, η ανδρεία, η ελευθερία και η σιωπή είναι κάποιες από τις αξίες που ενδεικτικά αναφέρουμε εδώ.
Ένα γνωστό σε εμάς παράδειγμα είναι η περίφημη φράση «το λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν», η οποία συνοψίζει τα χαρακτηριστικά της σπαρτιατικής ρητορικής. Εκεί που ο λόγος συνδυάζεται αρμονικά με τη σιωπή επειδή – όπως παραδίδει και ο Πλάτωνας – οι έξυπνοι άνθρωποι σκέφτονται πριν μιλήσουν και όταν το κάνουν, έχουν πάντα κάτι ουσιώδες να πουν. Άλλωστε η ακρίβεια του λόγου καταδεικνύει δομημένη σκέψη και ξεκάθαρες ιδέες. Οι Σπαρτιάτες, λοιπόν απεχθάνονταν, όχι μόνο τους κενούς λόγους αλλά και την υπερβολή γενικότερα. Στόχος τους ήταν η κατάκτηση της αρετής.
Πράγματι κάθε πολιτισμός και κάθε λαός έχει τον δικό του τρόπο να προσεγγίζει και να κατακτάει την αρετή. Ο τρόπος του Σπαρτιάτη ήταν ο πόλεμος. Ένας δρόμος ατομικός, αλλά συνάμα συλλογικός, που οδηγούσε στη θέωση. Μια πορεία σπαρμένη με κόπο και πόνο, που οδηγούσε στην ελευθερία αλλά και τη λύτρωση μέσα από την απώλεια.
Πώς όμως υπήρξαν ελεύθεροι μέσα σε ένα κράτος αυστηρών νόμων κι ένα σύστημα ατσάλινης πειθαρχίας; Πώς είναι ελεύθερος κάποιος, όταν δεν μπορεί να επιλέξει τον τρόπο ζωής του αλλά ακολουθεί εκείνον που πιθανότατα θα τον οδηγήσει στον θάνατο; Όλα αυτά μοιάζουν αντιφατικά. Κι όμως…
Για τους Σπαρτιάτες η έννοια της ελευθερίας δεν ήταν μόνο εξωτερική αλλά και εσωτερική. Μέσα από το αυστηρό τους σύστημα υποτάσσονταν στους νόμους αλλά απελευθερώνονταν από δεσμά που θεωρούσαν χειρότερα: τη διαφθορά, την υπερβολή, τον φθόνο και τη μαλθακότητα, που οδηγούσαν σε έναν αδύναμο χαρακτήρα κι ένα ακόμη πιο αδύναμο πνεύμα. Μάλιστα, όπως παραδίδει ο Ξενοφώντας, ενώ στις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις τιμωρούνταν αυτοί που αδικούσαν συνάνθρωπό τους, στη Σπάρτη επιβαλλόταν αυστηρότατη ποινή σε εκείνους που αμελούσαν να είναι ενάρετοι. Θεωρούσαν δηλαδή ότι αν κάποιος έκλεβε, έβλαπτε μόνο αυτόν που είχε υποστεί την αδικία, ενώ από τους άνανδρους και μη ενάρετους προδίδονταν ολόκληρες πόλεις.
Για να έχουν όμως οι Σπαρτιάτες ένα δυνατό κι ελεύθερο πνεύμα, αγωνίζονταν επίσης ενάντια σε έναν από τους μεγαλύτερους εχθρούς του ανθρώπου: τον φόβο του θανάτου. Φοβούνταν την ατίμωση μέσα κι έξω από το πεδίο της μάχης, αλλά ποτέ τον ίδιο τον θάνατο. Η επίπονη εκπαίδευση είχε σαν στόχο να τους κάνει να συνειδητοποιήσουν τη θνητότητά τους και με ανδρεία να σταθούν απέναντι σε αυτόν τον πανάρχαιο φόβο. Δεν εκπαιδεύονταν για να πεθάνουν, εκπαιδεύονταν για να νικήσουν ή να πεθάνουν τιμημένα. Αγαπούσαν λοιπόν τη ζωή αλλά όχι σε οποιαδήποτε τιμή. Για εκείνους τόσο η ζωή όσο και ο θάνατος ήταν άξια, όταν τιμούσαν τα ιδανικά στα οποία πίστευαν. Κι αυτά τα ιδανικά συνοψίζονταν στην Πόλη τους, επειδή το κοινό όφελος υπήρξε πάντοτε η πρώτη προτεραιότητα των Σπαρτιατών.
Μπορούμε έτσι να κατανοήσουμε καλύτερα τη θυσία τους στη μάχη των Θερμοπυλών, που άλλαξε την πορεία της ιστορίας. Μια μάχη, στην οποία έλαβαν μέρος οι καλύτεροι πολεμιστές από δική τους επιλογή και με τον βασιλιά τους να ηγείται. Μια μάχη, που δόθηκε μακριά από τον τόπο τους και στην οποία ο στόχος ήταν η νίκη με αντίτιμο τον ένδοξο θάνατο. Όχι η τελειωτική νίκη ενάντια στους Πέρσες, αλλά η ευκαιρία να τους καθυστερήσουν και στην συνέχεια να νικήσουν τον φόβο που κάνει τις καρδιές όλων να πεταρίζουν. Αυτά οδήγησαν τις ψυχές των Σπαρτιατών με σκοπό να ξεριζώσουν από μέσα τους το φόβο του θανάτου. Κι έτσι, πέρα από την ελευθερία της Σπάρτης και της Ελλάδας, αγωνίστηκαν για τη δική τους ατομική ελευθερία, διατηρώντας μέχρι τέλους τα υψηλά τους ιδανικά.
Ένα παράδειγμα ζωής
Το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου (431-404 π. Χ.) σηματοδότησε την παράδοση των Αθηναίων και κατ’ επέκταση τη νίκη και την κυριαρχία των Σπαρτιατών στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο. Αυτό ήταν και η αρχή του τέλους της Σπάρτης, όπως σήμερα τη γνωρίζουμε.
Ό,τι φοβόταν και ήθελε να αποτρέψει ο Λυκούργος με τη νομοθεσία του, άρχισε να συμβαίνει. Ξένες επιδράσεις και συνήθειες διείσδυσαν στη σπαρτιατική κοινωνία, αποδυναμώνοντας τις αρχές της ισότητας και της συλλογικότητας. Η Απέλλα έχασε τη δύναμή της ενώ η συσσώρευση πλούτου στα χέρια των λίγων κατέστησε το σύστημα έρμαιο των ατομικών συμφερόντων. Οι όποιες προσπάθειες αναγέννησης απέτυχαν κι έτσι η Σπάρτη οδηγήθηκε σε σταδιακή πτώση των ηθικών της αξιών με συνέπεια την τελική της παρακμή. Ήταν όμως πράγματι το τέλος;
Η ιστορία μάς έχει διδάξει πως μια νίκη μπορεί να οδηγήσει σε μια ολοσχερή ήττα ή πως μια ήττα μπορεί να γίνει τελικά μια αναπάντεχη νίκη. Όλα κινούνται σε κύκλους ακμής και παρακμής. Έτσι, αν και η αρχαία Σπάρτη αιμορράγησε και τελικά πέθανε, διατήρησε ακέραιο το παράδειγμά της, το οποίο πέρασε αλώβητο μέσα από τους αιώνες για να εμπνεύσει γενιές ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ίσως η εκπαίδευση των Σπαρτιατών να φαίνεται σκληρή ή ο τρόπος ζωής τους εκτός της δικής μας πραγματικότητας. Και σίγουρα δεν γνωρίζουμε όλοι με λεπτομέρεια το νομοθετικό σύστημα που σφυρηλάτησε το χαρακτήρα τους και έβαλε τη σφραγίδα του στα κατορθώματά τους. Ίσως πάλι να έχει μείνει στη μνήμη μας μόνο η μάχη των Θερμοπυλών. Δεν πειράζει. Αυτό που μας πλούτισε, δεν είναι μόνο η μάχη αυτή καθαυτή, αλλά η ηθική που βρίσκεται πίσω της. Αυτό πρέπει να κρατήσουμε.
Είναι πιθανό ότι αν ρωτούσαμε τους πολεμιστές εκείνους, να μας έλεγαν ότι δεν θυσιάστηκαν. Ίσως να μας έλεγαν ότι πολέμησαν και πέθαναν απλώς για τα ιδανικά τους. Απλώς… Κι αν έχουμε σήμερα «απλώς» έναν τύμβο για να τους μνημονεύουμε, ας έχουμε στον νου μας ότι, στην ιστορία, υπήρξαν άνθρωποι που ξεπέρασαν τον εαυτό τους. Ήρθαν αντιμέτωποι με τον μεγαλύτερο φόβο και τον νίκησαν με ανδρεία και υπερηφάνεια.
Ας θυμόμαστε λοιπόν πως πρέπει κι εμείς να κάνουμε το ίδιο με τους δικούς μας φόβους. Να το θυμόμαστε πάντοτε, ναι… και την επόμενη φορά που θα βρεθούμε στο σημείο εκείνο, όπου κάποτε μια λακωνική φράση σταματούσε τον διαβάτη, καθήλωνε το βλέμμα και ξυπνούσε την καρδιά…
Ὦ ξεῖν᾿, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι.
(Ω, ξένε διαβάτη που περνάς, ανάγγειλε στους Λακεδαιμόνιους ότι ταφήκαμε εδώ, υπακούοντας στα προστάγματά τους)
Βιβλιογραφία
Αριστοτέλης (2006). Πολιτικά. Αθήνα: Εκδόσεις Ζήτρος
Ξενοφών (2003). Αγησίλαος και Λακεδαιμονίων Πολιτεία. Αθήνα: Εκδόσεις Ζήτρος
Πλούταρχος (2006). Περί της Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής. Λακωνικά αποφθέγματα. Αθήνα: Εκδόσεις Ζήτρος
Internet
Δημητρόπουλος, Σ. (2004). Το σύνταγμα της αρχαίας Σπάρτης. Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Νομικής. https://ekivolosblog.wordpress.com