Καραβάτζο – 1596 – Νάρκισσος
Ήταν κάποτε ένα αγόρι πολύ όμορφο. Τόσο όμορφο, που όταν είδε το είδωλό του στο νερό, ερωτεύτηκε τον εαυτό του.
Ο Νάρκισσος ήταν από τη Βοιωτία, από γονείς εξαιρετικούς. Η μάνα του ήταν η Νύμφη Λειριώπης, πατέρας του ο ποταμός Κηφισός. Πολλοί θαύμαζαν την ομορφιά του. Αλλά η δική του καρδιά δε χαριζόταν σε κανέναν. Είχε τέτοιο έρωτα για τον εαυτό του, που το μόνο που έκανε ήταν να κοιτάζει διαρκώς το είδωλό του.
Ανάμεσα στις γυναίκες που τον αγάπησαν ήταν η νύμφη Ηχώ. Εκείνη, φώναζε συνέχεια το όνομά του, μέρα και νύχτα. Με την ελπίδα ότι εκείνος θα της ρίξει ένα βλέμμα. Αλλά τα μάτια του μόνο το δικό του είδωλο ήθελαν να κοιτούν, που καθρεπτιζόταν στα νερά του ποταμού. Στο τέλος, η φωνή της Ηχούς εξασθένισε. Έτσι, μόνο οι τελευταίες συλλαβές από όσα έλεγε ακούγονταν.
Η Νέμεσις επέβαλε τιμωρία στον αυτάρεσκο νέο. Έμενε εκεί να κοιτάει τον εαυτό του μέχρι που μαράζωσε και πέθανε αυτοθαυμαζόμενος. Πέθανε από τον ανικανοποίητο έρωτα για τον εαυτό του. Στο σημείο που καθόταν φύτρωσε ο νάρκισσος, το ομώνυμο άνθος – σύμβολο της φθοράς και των χθόνιων θεοτήτων.
Για ένα ζωγράφο ο μύθος του Νάρκισσου είναι αληθινή δοκιμασία. Επειδή, στον ίδιο πίνακα, ο νέος εικονίζεται δύο φορές: η μια φορά είναι η πραγματική, η άλλη είναι το είδωλο. Και είναι ζητούμενο για τον καλλιτέχνη να αναπαράγει τη μορφή του ειδώλου με πιστότητα – καθόλου εύκολο επίτευγμα. Στον πίνακα του Καραβάτζο, το είδωλο του Νάρκισσου είναι μια εικόνα μέσα στην εικόνα. Είναι πιο θολή από την πραγματική μορφή του νέου. Μόνο τα πιο φωτεινά σημεία τονίζονται.
Ο πίνακας είναι σχεδόν αφηρημένος. Η άκρη του νερού χωρίζει την εικόνα στη μέση σχεδόν. Τα δύο μισά, το πάνω και το κάτω, ενώνονται με τα χέρια του νέου. Σα να προσπαθεί να αγκαλιάσει τον εαυτό του. Είναι μια σχεδόν κυκλική μορφή μέσα στο τετράγωνο του καμβά. Επίσης ενδιαφέρον είναι το ότι ο Νάρκισσος είναι ζωγραφισμένος πολύ κοντά στο θεατή. Στο πρόσωπό του διαγράφεται η λαχτάρα του. Το μπαρόκ στοιχείο είναι κυρίαρχο παντού. Το φόντο είναι σκοτεινό, με την τεχνική του τενεμπρισμού που τόσο αγαπούσε ο Καραβάτζο. Η ματιά του θεατή πρέπει να εστιάζει μόνο πάνω στο νέο. Αυτός γεμίζει όλο το χώρο του καμβά και δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Το ενδιαφέρον είναι ότι το πιο έντονο σημείο στο οποίο πέφτει η ματιά δεν είναι το πρόσωπο του νέου, αλλά το γόνατο και το μανίκι του. Ως δάσκαλος στις τεχνικές του φωτός, ο Καραβάτζο απεικονίζει τη φωτοσκίαση με ρεαλισμό.
Το δεξί του χέρι φαίνεται έτοιμο να στηριχθεί στο νερό. Σαν ο έρωτας για τον εαυτό του να μην τον αφήνει να σκεφτεί ότι έτσι θα πνιγεί. Ένας πολύ διδακτικός μύθος για τις συνέπειες του να λατρεύουμε υπερβολικά την εικόνα μας. Ένα μύθος πολύ επίκαιρος, στην εποχή της εικόνας.