Τέσσερα κεριά έλιωναν αργά-αργά… Ο χώρος ήταν τόσο ήσυχος, που μπορούσε να ακουστεί η συζήτησή τους.
Το πρώτο έλεγε: «Εγώ είμαι η ΕΙΡΗΝΗ. Μα οι άνθρωποι δεν καταφέρνουν να με διατηρήσουν. Πιστεύω ότι δε μου μένει άλλο από το να συνεχίσω να σβήνω!». Κι έτσι αφέθηκε σιγά-σιγά να σβήσει ολοκληρωτικά.
Το δεύτερο είπε: «Εγώ είμαι η ΠΙΣΤΗ. Δυστυχώς δεν χρειάζομαι πουθενά. Οι άνθρωποι δεν θέλουν να ξέρουν για μένα, κι έτσι δεν έχει νόημα να παραμένω αναμμένο!». Μόλις ολοκλήρωσε τα λόγια του, ένα ελαφρύ αεράκι φύσηξε πάνω του και το έσβησε.
Πολύ λυπημένο το τρίτο κερί, με τη σειρά του είπε: «Εγώ είμαι η ΑΓΑΠΗ. Δεν έχω τη δύναμη να συνεχίσω να παραμένω αναμμένο. Οι άνθρωποι δεν μου δίνουν σημασία και δεν αντιλαμβάνονται το πόσο σημαντικό είμαι. Αυτοί μισούν ακόμα και αυτούς που τους αγαπούν περισσότερο!». Και χωρίς να περιμένει άλλο, το κερί αφέθηκε να σβήσει.
Ξαφνικά, ένα μωρό μπήκε στο δωμάτιο και είδε τα τρία κεριά σβηστά. Φοβισμένο από το μισοσκόταδο, είπε: «Μα τι κάνετε! Πρέπει να παραμείνετε αναμμένα, γιατί εγώ φοβάμαι το σκοτάδι!». Και ξέσπασε σε δάκρυα.
Τότε το τέταρτο κερί είπε με συμπόνια: «Μη φοβάσαι, καλό μου, μην κλαις. Εγώ είμαι η ΕΛΠΙΔΑ. Όσο θα είμαι αναμμένο, θα μπορούμε πάντα να ξανανάψουμε τα άλλα τρία κεριά!». Με μάτια λαμπερά και γεμάτα δάκρυα, το μωρό πήρε το κερί της ελπίδας, και ξανάναψε όλα τα άλλα.
Ηθικό δίδαγμα:
Ας μην σβήσει ποτέ η ελπίδα μέσα στις καρδιές μας… Και ο καθένας από μας ας θυμάται (σαν εκείνο το μωρό), να ανάβει ξανά με την Ελπίδα, την Πίστη, την Ειρήνη και την Αγάπη.