Μια φορά κάποιος ρώτησε τον Βούδα:
– Υπάρχει Θεός;
– Ναι, απάντησε ο Βούδας.
Την ίδια μέρα ένας άλλος άνθρωπος τον ρώτησε:
– Υπάρχει Θεός;
Και ο Βούδας είπε:
– Όχι.
Στο τέλος της ημέρας ο τρίτος άνθρωπος ρώτησε τον Βούδα για την ύπαρξη του Θεού και ο Βούδας δεν απάντησε, μόνο σήκωσε το δάχτυλό του, δείχνοντας τον ουρανό.
Όλα αυτά τα παρακολουθούσε ο μαθητής του ο Ανάντα. Τη νύχτα ρώτησε τον Βούδα:
– Δεν μπορώ να κοιμηθώ. Σε παρακαλώ, πες μου, γιατί στην ίδια ερώτηση έδωσες τρεις διαφορετικές απαντήσεις;
Ο Βούδας είπε:
– Γιατί ήταν τρεις διαφορετικοί άνθρωποι. Ο πρώτος πίστευε ότι δεν υπάρχει Θεός και ήθελε πάρα πολύ να δυναμώσει την πίστη του. Εγώ του είπα ότι υπάρχει Θεός, γιατί για να φτάσει στην Αλήθεια ο άνθρωπος πρέπει να απαλλαχθεί από αυτά στα οποία πιστεύει. Ο άλλος πίστευε ότι Θεός υπάρχει. Σ’ αυτόν είπα ότι δεν υπάρχει Θεός. Είμαι εδώ, πάνω στη γη για να καταστρέψω κάθε πίστη για να φτερουγίσει ο νους πάνω στην πίστη και μόνο τότε ο άνθρωπος θα γνωρίσει την Αλήθεια. Ο τρίτος δεν ήταν θρήσκος, ούτε άθεος, δεν υπήρχε ανάγκη να πω “Ναι” ή “Όχι”, γι’ αυτό σιώπησα, λέγοντας με αυτόν τον τρόπο “Κάνε όπως εγώ, δηλαδή βυθίσου στη σιωπή και τότε θα ξέρεις”.
Δείτε επίσης:
Ζώντας πάνω σε έναν Υπερμύρμηγκα (Διδακτικές ιστορίες)
Υπήρχε κάποτε μια ψυχή που γνώριζε ότι είναι φως
Η υποκρισία ενός ηθικολόγου. Μια ιστορία από τον Ναστρεντίν Χότζα
Όταν η σκέψη πνίγει τη φαντασία: Μια διδακτική ιστορία
Αγάπη σαν το αλάτι: Μια διδακτική ιστορία για τα μικρά πράγματα της ζωής