ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ
Σκηνοθεσία: Έρικ Μπρές, J. Mackye Gruber
Σενάριο: Έρικ Μπρές, J. Mackye Gruber
Πρωταγωνιστούν: Ashton Kutcher, Amy Smart, Melora Walters
Ο τίτλος της ταινίας προέρχεται από τη γνωστή θεώρηση της επιστήμης του Χάους, που αναφέρει ότι το χτύπημα των φτερών μιας πεταλούδας στη Βραζιλία μπορεί να προκαλέσει, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, μια μεγάλη καταιγίδα στην άλλη άκρη της Γης.
Aυτό σημαίνει ότι μια ασήμαντη αιτία μπορεί να προκαλέσει τεράστια αποτελέσματα.
Αυτό ήταν μια ανακάλυψη του μετεωρολόγου Edward Lorenz που αναζητούσε το 1963 ένα μαθηματικό μοντέλο μακροχρόνιων προβλέψεων των καιρικών φαινομένων. Κάτι που τελικά αποδείχτηκε αδύνατο, επειδή ο καιρός ως σύνολο είναι ένα χαοτικό σύστημα.
Σ’ αυτήν την αναζήτηση οδήγησαν την επιστήμη δύο πράγματα: α) η περιέργεια του ανθρώπου για το άγνωστο και β) η ανάγκη του να ελέγξει το περιβάλλον και το μέλλον του. Να κυριαρχήσει δηλαδή στο απρόβλεπτο.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και ο πρωταγωνιστής της ταινίας, έχοντας ανακαλύψει τη δυνατότητα επιστροφής στο παρελθόν, προσπαθεί να επιδράσει σ’ αυτό για να διορθώσει τα λάθη που είχαν γίνει. Όμως στην προσπάθειά του αυτή ανακαλύπτει ότι αλλάζοντας κάτι στο αρχικό μοντέλο, αυτό λειτουργεί ως χιονοστιβάδα και αλλάζει οτιδήποτε υπήρχε γύρω απ’ αυτό. Δηλαδή η οποιαδήποτε μικρή αλλαγή που κάνει στον εαυτό του επηρεάζει σε μέγιστο βαθμό τους γύρω του. Όμως όσο κι αν προσπαθεί δεν καταφέρνει ποτέ να αγγίξει το τέλειο. Πάντα κάτι θα πάει στραβά, σαν να πρέπει κάποιος να πληρώνει ένα τίμημα.
Στο τέλος θα κατανοήσει, μέσα απ’ τον πόνο, ότι η γνώση απαιτεί θυσία. Αν θέλει πραγματικά να γνωρίζει και να ελέγχει την ύπαρξη σαν να ήταν ένας μικρός θεός, τότε θα πρέπει να θυσιάσει κάτι, ίσως ακόμα και την ίδια του την ύπαρξη…
Από καλλιτεχνικής άποψης δεν πρόκειται για ένα αριστούργημα, όμως η ψυχολογική προέκταση αυτών που πραγματεύεται είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Όλοι θα θέλαμε να είχαμε τη δυνατότητα ν’ αλλάξουμε το παρελθόν, να διορθώσουμε ένα λάθος, να αλλάξουμε μια απόφαση, να αποφύγουμε μια ήττα. Μόνο που η ίδια η ζωή είναι τόσο χαοτική, που αδυνατούμε ν’ αντιληφθούμε πού θα μας οδηγούσε μια διαφορετική επιλογή. Ας υποθέσουμε ότι κάποιος χάνει το λεωφορείο και μαζί ένα πολύ σημαντικό ραντεβού για τη δουλειά του και απολύεται, ίσως όμως να μη μάθει ποτέ πως αν έμπαινε σ’ κείνο το λεωφορείο πιθανά να πάθαινε ένα ατύχημα. Ή περπατά κάποιος στο δρόμο, βλέπει ότι του λύθηκε το κορδόνι απ’ το παπούτσι και σκύβει εκνευρισμένος για την καθυστέρηση να το δέσει. Λίγο πιο πέρα πέφτει μια γλάστρα από ένα μπαλκόνι στο σημείο από όπου θα πέρναγε αν δεν υπήρχε η καθυστέρηση…
Ποιος ή τι καθορίζει το τυχαίο; Ανάμεσα στη μοίρα και την ελεύθερη βούληση πού ακριβώς χωρά το τυχαίο; Η ίδια η ζωή λοιπόν είναι χαοτική και ο άνθρωπος ταυτιζόμενος με τα φαινόμενα θεωρεί ως πραγματικό το απατηλό, τη Μάγια.
Οι φιλόσοφοι συνηθίζουν να λένε ότι η ζωή έχει χιούμορ. Πόσες άραγε από τις βεβαιότητες και πεποιθήσεις μας είναι πραγματικά δικές μας; Πόσα, για παράδειγμα, από αυτά που πιστεύει ένας λευκός, συντηρητικός στις πεποιθήσεις, χριστιανός στο θρήσκευμα, κάτοικος μιας πόλης της Αμερικής, θα πίστευε αν είχε γεννηθεί σε μια φτωχογειτονιά της Βομβάης;
Το να μπορούμε να προβλέψουμε κάποια λάθη μας ίσως τελικά να μην είναι τόσο σημαντικό, όσο το να μπορούμε να μάθουμε από αυτά. Άλλωστε, είμαστε εμείς οι ίδιοι αυτό που εξάγεται από τη διαδικασία που ονομάζουμε ζωή. Είμαστε το αποτέλεσμα που δημιουργούν οι ήττες και οι νίκες μας. Κι αν, όπως λέγεται, η ζωή είναι ένας συνεχόμενος αγώνας, τότε, όσο κι αν το θέλουμε, δεν πρόκειται να αποφύγουμε τη μάχη. Αυτό ίσως που είναι στο χέρι μας να κάνουμε, είναι να γίνουμε καλοί στρατηγοί!