Υπάρχουν φαντάσματα; Τι λέει ο Πλάτωνας;

by admin
703 views

Στις παραδόσεις όλων των λαών, από την πιο μακρινή αρχαιότητα, συναντάμε αναφορές σε φαντάσματα, πράγμα που αποδεικνύει ότι θα πρέπει να υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτές, γιατί κανένα ψέμα δεν μπορεί να διαρκεί και να διαδίδεται παντού για χιλιετίες. Από καταβολής της ανθρώπινης ιστορίας, υπήρχαν πάντα μαρτυρίες ανθρώπων, οι οποίοι συνάντησαν φαντάσματα, οπτασίες ή στοιχειά (η πρώτη γραπτή αναφορά για φάντασμα προέρχεται από το «Έπος του Gilgamesh»).

Αρχαίοι πολιτισμοί και φαντάσματα

Σύμφωνα με τη Μεταφυσική, το φάντασμα είναι η απελευθερωμένη από το σώμα ψυχή του θανόντος, που δημιουργεί ορατή παρουσία πυκνώνοντας την αιθερική ύλη μέρους ή ολόκληρου του λεπτού σώματός της, ώστε να γίνεται αντιληπτή στις αισθήσεις μας. Είναι δηλαδή το αιθερικό ή το αστρικό σώμα του πεθαμένου, τα οποία υλοποιούνται ελκύοντας ενέργεια από τους ζωντανούς και μπορούν να γίνονται αισθητά για χρονικό διάστημα που ποικίλλει από μια στιγμή μέχρι 2 ,5 ώρες και να συμπεριφέρονται, όπως ένας ζωντανός άνθρωπος.

Το ερώτημα για την ύπαρξη ή μη φαντασμάτων αναπόφευκτα μας βάζει μπροστά σε ένα από τα μεγαλύτερα αινίγματα, το οποίο αποτελεί τη βάση πολλών θρησκευτικών, επιστημονικών και μεταφυσικών θεωριών: την επιβίωση της ψυχής. Αυτό που κάνει ένα σώμα να κινείται, να σκέφτεται, να δρα, είναι αυτή η μορφή ενέργειας που ονομάζουμε «ψυχή». Ο διαχωρισμός της από το σώμα, ο οποίος επέρχεται με το θάνατο, επιφέρει την αποσύνθεση των κυττάρων, που απαρτίζουν το σώμα.

Όμως, άραγε με το θάνατο η εσώτερη ύπαρξη του ανθρώπου, η ψυχή, πεθαίνει μαζί με το σώμα; Η μήπως η ψυχή συνεχίζει να υπάρχει και βρίσκει τρόπους επικοινωνίας με τους ζωντανούς;

Πριν από χιλιάδες χρόνια, στην αρχαία Αίγυπτο, άντρες και γυναίκες συνήθιζαν να βλέπουν δαιμόνια, ενώ τα στοιχειωμένα σπίτια ήταν και τότε τόσο γνωστά, όσο είναι και σήμερα. Οι Βαβυλώνιοι και οι Ασσύριοι, επίσης, μας κληροδότησαν πολλές αφηγήσεις περί πονηρών φαντασμάτων, πράγματι δε ο τίτλος “Πνευματιστής” φαίνεται να ήταν το αναγνωρισμένο όνομα ενός Ασσυρίου μάγου.

Όπως στη βαβυλωνιακή, στην αιγυπτιακή και στην ασσυριακή παράδοση, οι βρυκόλακες και τα πνεύματα παίζουν σπουδαίο ρόλο, έτσι και οι Εβραίοι έβλεπαν εξαϋλωμένα στοιχειά, ενώ τη σημασία τους τη συζητούσαν όλοι οι καθιερωμένοι και επιφανείς σοφοί εκείνης της εποχής. Σύμφωνα, λοιπόν, με το Ταλμούδ, το ιερό βιβλίο των Εβραίων, η Αίγυπτος ήταν η έδρα της Μαγείας και τα πρωτότυπα πολλών μαγικών τελετών έφτασαν στους υπόλοιπους λαούς από την Κοιλάδα του Νείλου.

Η αρχαία φιλολογία του Θιβέτ και της Ινδίας βρίθει από απόκρυφες διδασκαλίες. Δε γίνεται να αμφιβάλλουμε ότι στους περασμένους χρόνους οι άνθρωποι έβλεπαν φαντάσματα και ταράσσονταν από τις ίδιες αλλόκοσμες επισκέψεις, από τις οποίες ενοχλούνται και σήμερα. Το Θιβέτ είχε ένα γραπτό απόκρυφο οδηγό προς τον Κόσμο των Σκιών, ο οποίος, από μερικές απόψεις, μπορεί να παραβληθεί προς το αιγυπτιακό “Βιβλίο των Νεκρών”. Μολονότι η χρονολογία, κατά την οποία ο οδηγός εκείνος έχει γραφτεί, ανάγεται στον 9ο αιώνα μ.Χ., δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε ότι περιελήφθησαν σε αυτόν αντιλήψεις και δοξασίες μιας πολύ παλαιότερης εποχής.

Επιπλέον, στην αρχαία Κίνα επικρατούσε μια πολύ περισσότερο πρακτική άποψη. Οι βρικόλακες και τα φαντάσματα ήταν και τότε τόσο κοινοί, όσο είναι και σήμερα, ενώ τα φαινόμενα που αναφέρονται, θα μπορούσαν να είχαν παρθεί απευθείας από τις πνευματιστικές εφημερίδες της εποχής μας. Οι Κινέζοι λέγεται ότι έβλεπαν τα φαντάσματα όχι μόνο ως διαφανή πνεύματα, αλλά και με μορφή υλική. Ήταν δε πολύ συχνό φαινόμενο να βλέπουν τα φαντάσματα των νεκρών πολεμιστών τους για αρκετή ώρα.

Όμηρος υποστηρίζει ότι ἡ ψυχή του ανθρώπου έβγαινε από το σημείο στο οποίο ήταν τραυματισμένος ὁ νεκρός. Κατά συνέπεια, σύμφωνα µέ την ομηρική άποψη, τα ανθρώπινα όντα ζουν δύο φορές· τη µία µε μια σωματική και ορατή μορφή, και ξανά σαν µία αόρατη “εικόνα” που απελευθερώνεται µόνο τη στιγμή του Θανάτου, δηλαδή ως Ψυχή. Βέβαια αυτό δεν αποτελεί εμπόδιο στην ψυχή να θρηνεί όταν εγκαταλείπει τον πάνω κόσμο, αφήνοντας ένα γενναίο σώμα, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του Πατρόκλου και του Έκτορα, για να κατεβεί στο ζοφερό τόπο του Άδη.

Σε κάποιες περιπτώσεις, για άγνωστους σε μάς λόγους, οι ψυχές παγιδεύονται σε μια ενδιάμεση κατάσταση, η οποία αποτελεί μια μορφή καταδίκης γι’ αυτές. Γιατί, από τη μια αδυνατούν να επανέλθουν στη ζωή και από την άλλη δεν μπορούν να ολοκληρώσουν την πορεία τους προς την πλήρη αποκοπή και να μπουν σε μια νέα διάσταση στο χωρόχρονο. Οι περιπτώσεις αυτές δημιουργούν το μεγάλο κεφάλαιο των «φαντασμάτων».

Η ύπαρξη των φαντασμάτων φαίνεται να συνδέεται με μια αδικία που τα θύματά της αδυνατούν να αποδεχτούν. Σε άλλες περιπτώσεις, η αίσθηση της αδικίας που αυτοί προκάλεσαν σε κάποιον δεν αφήνει τις ψυχές να ησυχάσουν, προτού καταφέρουν να επανορθώσουν ή να πάρουν συγχώρηση γι’ αυτήν. Ίσως, η εκδήλωση με διάφορους τρόπους της παρουσίας τους με τη μορφή που αναφερόμαστε, αποσκοπεί σε μια αποκατάσταση της δικαιοσύνης, η οποία θα αποτελέσει τη λύση των δεσμών τους και τη λύτρωση των ψυχών τους. Μια τέτοια αδικία είναι το να μην αποδοθούν στο θανόντα οι κατάλληλες νεκρικές τιμές.

Τα φαντάσματα στο έργο του Πλάτωνα “Φαίδων”.

Η ψυχή που είναι καθαρή και χωρίς να τη βαραίνει τίποτε αναχωρεί για έναν ουράνιο τόπο για να ζήσει με ευδαιμονία. Η πραγματική μοίρα της ελεύθερης ψυχής είναι όπως την περιγράφει ο Σωκράτης, λίγες ώρες πριν τον εκτελέσουν:

“Επομένως η ψυχή, το ανίδωτο, που πορεύεται σ’ έναν άλλο, παρόμοιο μ’ αυτή τόπο, ανώτερο, αμόλυντο και ανίδωτο, στον Άδη, για να τον πούμε με το όνομά του, κοντά στον αγαθό και φρόνιμο θεό, όπου, αν θέλει ο θεός, θα πρέπει να πάει σε λίγο και η δική μου ψυχή.” (…)

“Επειδή λοιπόν αυτή είναι η κατάστασή της, αναχωρεί για το όμοιο με αυτή, το ανίδωτο, το θείο και αθάνατο και φρόνιμο, όπου φτάνοντας βρίσκεται σε κατάσταση ευδαιμονίας, απαλλαγμένη από την περιπλάνηση, την άνοια, τους φόβους, τους άγριους έρωτες και τα άλλα κακά της ανθρώπινης φύσης, και, όπως ακριβώς λέγεται για όσους έχουν μυηθεί, περνά στ’ αλήθεια τον υπόλοιπο χρόνο συντροφιά με θεούς. (ΠΛΑΤΩΝΑΣ, Φαίδων, 80d-81d)

Αν όμως η ψυχή είναι βαριά και υλιστική τότε δεν είναι εύκολο να πάει στον κόσμο της ευδαιμονίας.

“Αν όμως, φαντάζομαι, αποχωρίζεται το σώμα, μολυσμένη κι ακάθαρτη, επειδή συναναστρεφόταν συνέχεια το σώμα, αυτό φρόντιζε, το αγαπούσε και ήταν μαγεμένη απ’ αυτό, από τις επιθυμίες και τις απολαύσεις, ώστε τίποτε άλλο να μην της φαίνεται αληθινό παρά μόνο το σωματικό και αυτό που θα μπορούσε να αγγίξει κάποιος, να δει, να φάει και να το χρησιμοποιήσει στα ερωτικά, ενώ εκείνο που για τα μάτια είναι σκοτεινό και ανίδωτο, που μπορεί να νοηθεί και να συλληφθεί με τη φιλοσοφία, αυτό έχει συνηθίσει να το μισεί, να το τρέμει και να το αποφεύγει, αν λοιπόν σε αυτή την κατάσταση βρίσκεται η ψυχή, φαντάζεσαι ότι θα απαλλαγεί από το σώμα και θα είναι αυτή καθ’ αυτή και αμιγής; Οπωσδήποτε όχι, είπε.”

Αυτές οι ψυχές ακολουθούν τα μέρη που είχε ζήσει η ψυχή όταν είχε σώμα και κάποιες φορές είναι έντονη η επιθυμία τους, που γίνονται ορατές στους ζωντανούς.

“Φορτικό ωστόσο, φίλε μου, πρέπει να φαντάζεται κανείς το σωματικό, βαρύ, γήινο και ορατό. Τούτο ακριβώς περικλείει αυτού του είδους η ψυχή και βαραίνει, έλκεται πάλι στον ορατό τόπο, από τον φόβο του ανίδωτου και του Άδη, όπως λέγεται, και περιπλανιέται στα επιτύμβια μνημεία και τους τάφους, γύρω από τα οποία μάλιστα έχουν δει φαντάσματα ψυχών σαν σκιές, σαν τα είδωλα που αφήνουν αυτού του είδους οι ψυχές, που δεν έφυγαν αμόλυντες αλλά μετέχουν του ορατού, γι’ αυτό και είναι ορατές.” (ΠΛΑΤΩΝΑΣ, Φαίδων, 81 D)

Επιστήμη και φαντάσματα

Η αρχαία παράδοση της ψυχής που γίνεται φάντασμα συνεχίζει να εξάπτει τη φαντασία των ανθρώπων και να προκαλεί δέος, τρόμο, φόβο ή ακόμη και την επιστημονική περιέργεια.

Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι έρευνες πάνω στο φαινόμενο παίρνουν νέες κατευθύνσεις. Το 1953, ο Δρ. Χόρνελ Χαρτ, καθηγητής Κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο Ντιουκ και μέλος της Αμερικάνικης Ένωσης Ψυχικών Ερευνών, έχοντας αναλάβει να κάνει μια επανεκτίμηση όλων των θεωριών για τα φαντάσματα, οι οποίες είχαν αναπτυχθεί ως τότε, απέρριψε τις προηγούμενες θέσεις περί τηλεπαθητικής προβολής και υποστήριξε ότι τα φαντάσματα διαθέτουν ανεξάρτητη συνείδηση.

Μετά από πολλά χρόνια ερευνών, ο Χαρτ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα φαντάσματα αντιπροσωπεύουν «υπερφυσικούς φορείς», που ονόμασε «σώματα της ψυχής», τα οποία είναι δυνατό να απελευθερωθούν από το σώμα του ανθρώπου κατά το θάνατο ή ακόμη και κατά τη διάρκεια της ζωής. Ο Δρ Κάρλις Όσις αρχίζοντας από τη δεκαετία του 1960 την επιστημονική έρευνα γύρω από τις επιθανάτιες εμπειρίες, έφτασε στο συμπέρασμα ότι οι επιθανάτιες εμπειρίες στην πλειοψηφία τους έχουν πραγματικά να κάνουν με εμφανίσεις φαντασμάτων κι όχι με εγκεφαλικές «παραλειτουργίες», οι οποίες απορρέουν από τη διαδικασία θανάτου, όπως υποστήριζαν κάποιοι.

Από το 1922, περισσότεροι από 28 Επιστημονικοί φορείς και Οργανισμοί, προσφέρουν χρηματικά έπαθλα συνολικής αξίας άνω των 2,6 εκατομμυρίων Δολαρίων σε όποιον προσκομίσει απόδειξη επιβεβαίωσης της υποτιθέμενης ύπαρξης φαντάσματος. Για περισσότερα από 90 χρόνια, κανείς δεν έχει καταφέρει να διεκδικήσει τα έπαθλα.

Η Επιστημονική Κοινότητα εικάζει πως οι περιορισμοί της ανθρώπινης αντίληψης καθώς και καθημερινές φυσικές εξηγήσεις μπορούν να απαντήσουν σε πολλές από αυτές τις υποτιθέμενες θεάσεις. Για παράδειγμα, η πίεση του αέρα σε μία οικία μπορεί να κάνει μια πόρτα να κλείσει με δύναμη, τα φώτα από αυτοκίνητα που περνούν μπορούν να ανακλαστούν από το παράθυρο. Η παρειδωλία είναι ψυχολογικό φαινόμενο κατά το οποίο ένα δυσδιάκριτο ή ασαφές εξωτερικό ερέθισμα εκλαμβάνεται εσφαλμένα ως ευκρινές και πλήρως αναγνωρίσιμο, έτσι μπορεί να εξηγηθούν οι υποτιθέμενες θεάσεις φαντασμάτων.

ΠΗΓΕΣ
strangepress.gr
el.wikipedia.org
Επαμ. Αγησ. Καλογερέα, Mεταψυχική, Αθήνα 1961
Φαντάσματα Τime Life Books, Αθήνα 1991, Εκδόσεις «Αλκυών»
Watson L. Υπερφύση, Αθήνα 1976, Εκδόσεις «Κωτσιάνα»
Watson L. Μετά την υπερφύση, Αθήνα 1987, Εκδόσεις «Ωρόρα»
Watson L. Η παλίρροια της ζωής, Αθήνα 1976, Εκδόσεις «Κωτσιάνα»
Flammarion C. Death and Its Mystery, New York 1922, Century
Εμφανίσεις Φαντασμάτων Τime Life Books, Αθήνα 1991, Εκδόσεις «Αλκυών»
Η παραψυχολογία σήμερα, Αθήνα, Εκδόσεις «Ωρόρα», 1990.

Η Φιλοσοφία Επιστρέφει